μακαρίζω

μακαρίζω
μετ. считать счастливым; называть счастливым;

μηδένα προ τού τέλους μακάριζε — никого нельзя считать счастливым до его смерти


Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "μακαρίζω" в других словарях:

  • μακαρίζω — bless pres subj act 1st sg μακαρίζω bless pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μακαρίζω — μακαρίζω, μακάρισα βλ. πίν. 33 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • μακαρίζω — (AM μακαρίζω) [μάκαρ] θεωρώ ή ονομάζω κάποιον μακάριο ή ευλογημένο, ευδαιμονίζω, καλοτυχίζω («ἐνταῡθα Ξέρξης ἑωυτὸν ἐμακάρισε», Ηρόδ.) νεοελλ. παροιμ. «μηδένα προ τού τέλους μακάριζε» μη σπεύδεις να μακαρίσεις κανέναν προτού δεις το τέλος του,… …   Dictionary of Greek

  • μακαρίζω — μακάρισα, μακαρισμένος, αποκαλώ κάποιον μακάριο, καλοτυχίζω: Σε μακάρισα όταν είδα το καλόγουστο σπίτι σου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μακαρίζεσθε — μακαρίζω bless pres imperat mp 2nd pl μακαρίζω bless pres ind mp 2nd pl μακαρίζω bless imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μακαρίζετε — μακαρίζω bless pres imperat act 2nd pl μακαρίζω bless pres ind act 2nd pl μακαρίζω bless imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μακαρίζῃ — μακαρίζω bless pres subj mp 2nd sg μακαρίζω bless pres ind mp 2nd sg μακαρίζω bless pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μακαρίσει — μακαρίζω bless aor subj act 3rd sg (epic) μακαρίζω bless fut ind mid 2nd sg μακαρίζω bless fut ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μακαρίσουσιν — μακαρίζω bless aor subj act 3rd pl (epic) μακαρίζω bless fut part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) μακαρίζω bless fut ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μακαρίσω — μακαρίζω bless aor subj act 1st sg μακαρίζω bless fut ind act 1st sg μακαρίζω bless aor ind mid 2nd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μακαρίσῃ — μακαρίζω bless aor subj mid 2nd sg μακαρίζω bless aor subj act 3rd sg μακαρίζω bless fut ind mid 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»